σημειολύτης

σημειολύτης
ὁ, Μ
αυτός που λύνει, που ερμηνεύει τα σημεία, τις ενδείξεις για το μέλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σημεῖον + -λύτης (< λύω), πρβλ. χρησμο-λύτης].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σημειολυτώ — έω, Μ [σημειολύτης] λύνω, ερμηνεύω τα σημεία, τις ενδείξεις για το μέλλον …   Dictionary of Greek

  • ՆՇԱՆԱԼՈՅԾ — ( ) NBH 2 0435 Chronological Sequence: 10c ա.գ. σημειολύτης qui solvit signa. Նշանագէտ՝ որ լուծանէ կամ մեկնէ զնշանս, զպատահարս, եւ զերազս. *Երազագէտք, նշանալոյծք, երազադատք, բախտագիւտք: Կոչեաց զանտիփանտոս, որ յայնմ ժամանակի հռչակաւոր նշանալոյծ էր …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”